[...]
Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.

Κ. Γ. Καρυωτάκης, [Είμαστε κάτι...], Ελεγεία: δεύτερη σειρά, 1927.

Γεώργιος Μολφέτας

   (1871- 1916)


   ΙΕΡΑ ΙΣΤΟΡΙΑ

Εκείνος στο παράθυρο κι αυτή στο περιβόλι.
Τι ομιλίες έκαναν, καταλαβαίνετ’ όλοι.
Δεν πέρασε πολύς καιρός, που η πανούργα Εύα
επαρακάλιε τον Αδάμ και του `λεγε: «Κατέβα».
Κι αυτός, να μην αντισταθεί στης Εύας το χατίρι,
σα βλάκας, εσαλτάρησε από το παραθύρι.
Κι αφού τον εκατάφερε τον παλαβό το φίλο
κι εδάγκασε το μήλο,
να σου ευθύς ο άγγελος σαν πεθερός εφάνη
με μια ρομφαία πύρινη στο χέρι: το στεφάνι.


   Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΜΟΥ

Η γυναίκα μου, σαν κούκλα με το νέο της φουστάνι,
στον περίπατο σαν βγαίνει είδες νάζι που το κάνει;
-Προσκυνώ! της λέει ο ένας. –Δούλος σας, της λέει ο άλλος.
Και εγώ ωσάν μεγάλος της Ευρώπης διπλωμάτης
αντιχαιρετώ τους φίλους συμπεριπατών σιμά της.
Γυναικούλα μου, ποιος είναι ο ξανθός με τα μουστάκια;
-Παίζαμε μαζί, μου λέει, όταν ήμαστε παιδάκια.
-Αμ αυτός ο μαυρογένης;
-Αυτός είναι ο κουμπάρος της κουμπάρας της Ελένης.
-Και αυτός που περπατάει σα μουλάρι που κλοτσάει;
-Μου τον είχανε συστήσει τις προάλλες σ’ ένα τσάι.
-Αμ αυτός που `χει βαμμένα τα μουστάκια και τα γένια;
-Ουφ! λογαριασμούς γυρεύεις! Δεν είναι δική σου έγνοια.
 Βγάνε  σ’ όλους το καπέλο και ποιοι είναι και τι θέλουν
 να με ερωτάς δεν θέλω!...
Μωρέ κόσμο που γνωρίζει η γυναίκα μου αυτή!
Πώς δεν τσ’ έρχεται η ιδέα να με βγάλει βουλευτή;


   Ο ΚΛΗΡΟΣ

Γυρίζοντας Ρωσίες και Βλαχίες
έκαμ’ ένα σωρό επιτυχίες
με βρωμοθήλυκα!
Και τώρα, παντρεμένος, με ρωτά
πώς διάολο θα πάει εμπροστά,
που `χει κι ανήλικα!
Και του `πα: «Είν’ η γνώμη μου να πας
να βγάλεις τα χαρτιά σου για παπάς»!
Την εύρηκε σωστή τη θεωρία μου
και γίνηκε παπάς στην ενορία μου!