[...]
Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.

Κ. Γ. Καρυωτάκης, [Είμαστε κάτι...], Ελεγεία: δεύτερη σειρά, 1927.

Παρασκευή 7 Οκτωβρίου 2016

Αντίο


Τ. Λειβαδίτης (1922-1988)

Κάποτε μια νύχτα θ’ ανοίξω τα μεγάλα κλειδιά των τρένων
       για να περάσουν οι παλιές μέρες
οι κλειδούχοι θα ΄χουν πεθάνει, στις ράγες θα φυτρώνουν
       μαργαρίτες απ’ τα παιδικά μας πρωινά
κανείς δεν έμαθε ποτέ πώς έζησα, κουρασμένος
       από τόσους χειμώνες
τόσα τρένα που δε σταμάτησαν πουθενά, τόσα λόγια
       που δεν ειπώθηκαν,
οι σάλπιγγες βράχνιασαν, τις θάψαμε στο χιόνι
πού είμαι; γιατί δεν παίρνω απάντηση στα γράμματά μου;
κι αν νικηθήκαμε δεν ήταν απ’ την τύχη ή τις αντιξοότητες,
       αλλά απ’ αυτό το πάθος μας για κάτι πιο μακρινό
κι ο αγέρας που κλείνει απότομα τις πόρτες και μένουμε
       πάντοτε έξω
όπως απόψε σε τούτο το έρημο τοπίο που παίζω την τυφλόμυγα
       με τους νεκρούς μου φίλους.

Όλα τελειώνουν κάποτε. Λοιπόν, αντίο! Τα πιο ωραία ποιήματα
       δε θα γραφτούν ποτέ…


Τάσος Λειβαδίτης, «Αντίο», Βιολέτες για μια εποχή, εκδόσεις Κέδρος, 1985.