[...]
Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.

Κ. Γ. Καρυωτάκης, [Είμαστε κάτι...], Ελεγεία: δεύτερη σειρά, 1927.

Ζαχαρίας Παπαντωνίου

   (1877-1940)


   Ο ΠΑΠΑΓΑΛΟΣ

Σαν έμαθε τη λέξη Καλησπέρα
ο παπαγάλος είπε ξαφνικά:
«Είμαι σοφός! Γνωρίζω Ελληνικά!
Τι κάθομαι `δω πέρα;»...

Την πράσινη ζακέτα του φορεί
και στο συνέδριο των πουλιών πηγαίνει
για να τους πει μια γνώμη φωτισμένη.
Παίρνει μια στάση λίγο σοβαρή,
ξεροβήχει, κοιτάζει λίγο πέρα
και τους λέει: «Καλησπέρα»!..

Ο λόγος του θαυμάστηκε πολύ.
Τι διαβασμένος, λένε, ο παπαγάλος!
Θα `ναι σοφός αυτός πολύ μεγάλος,
αφού μπορεί και ανθρώπινα μιλεί!
Απ’ τις Ινδίες φερμένος – ποιος το ξέρει
πόσα βιβλία μαζί του να `χει φέρει,
με τι σοφούς εμίλησε, και πόσα
να ξέρει στων γραμματικών τη γλώσσα!

- Κυρ-παπαγάλε, θα `χωμε την τύχη
ν’ ακούσωμε τι λες και παραπέρα;

Ο παπαγάλος βήχει, ξεροβήχει,
μα τι να πει; Ξανάπε: «Καλησπέρα»!..


   Η ΜΑΡΙΓΩ

Η κοπέλα η Μαριγώ
μια δουλειά σωστή δεν κάνει·
την κουζίνα μας ξεχάνει
και θυμάται το χωριό.

Τα χεράκια της εδώ,
το μυαλό της εκεί κάτω·
πέφτει κι έσπασε το πιάτο!
- Μαριγούλα, Μαριγώ!..

Φέρνει το νερό στον ώμο,
μα θυμήθηκε ξανά:
«Ποιος το δράκο μας κουνά;»...
Χύνει το μισό στο δρόμο!

«Η άσπρη κόττα τι να κάνει;..
Το γουρούνι είναι γερό;..
Ο παππούς να μην πεθάνει!»...
- Μαριγούλα, Μαριγώ!..

«Θα `βγαλε χηνάκια η χήνα·
θα `ναι κίτρινα, σταχτιά.
Θα τρυγάμε αυτόν το μήνα.
Θα με πόνεσε η γιαγιά»...

- Τι έχεις σύννεφο στα μάτια;
Τι έχεις αναφιλητό;..
Κι άλλο πιάτο είναι κομμάτια,
Μαριγούλα, Μαριγώ;..

Πάρε τ’ άσπρο γιορτινό σου,
τις ποδιές που σου φορώ·
στο χωριό σου, στο χωριό σου,
Μαριγούλα, Μαριγώ!..