[...]
Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.

Κ. Γ. Καρυωτάκης, [Είμαστε κάτι...], Ελεγεία: δεύτερη σειρά, 1927.

Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2011

Λαβύρινθος - 3

Απ' όταν ο Θησέας σκότωσε τον Μινώταυρο
ο λαβύρινθος εγκαταλείφθηκε, απολύθηκαν οι φύλακες
με τον καιρό γκρεμίστηκε η οροφή του
βγήκαν στο φως οι τρομεροί διάδρομοι
οι αίθουσες για τα βασανιστήρια, την ανθρωποφαγία
οι στοές με τις κρυμμένες εφευρέσεις
τους καταχωνιασμένους θησαυρούς
πέσανε οι τοίχοι, μείναν μόνο τα χνάρια
από περίπλοκα χαράγματα πάνω στη γη.
Όμως προσομοιώσεις λαβυρίνθων, σκοτεινές κατασκευές
δεν έπαψαν να χτίζονται με νέα υλικά
με καινούργια τέρατα, θύματα, ήρωες, ηγεμόνες,
φτιάχνονται προπαντός λαβύρινθοι με λέξεις
κάθε χρονιά μπαίνουν μέσα τους νέες φουρνιές
αγόρια και κορίτσια, με φόβο μαζί και αψηφισιά
για τις παγίδες, τις καταπακτές, τ' αδιέξοδα
φιλοδοξώντας να ξαναπλάσουν και να παίξουν
το παλιό δράμα προσαρμοσμένο στα νέα δεδομένα
δίνοντας στους κύριους ρόλους τα ίδια ονόματα
Μίνωας, Πασιφάη, Μινώταυρος, Αριάδνη,
Δαίδαλος, Ίκαρος, Θησέας.

Τίτος Πατρίκιος, «Ιστορία του λαβύρινθου», Η πύλη των λεόντων, Διάττων, 2002.

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2011

Λαβύρινθος - 2

Οι δυο βασιλιάδες και οι δυο λαβύρινθοι 

   Μια φορά κι έναν καιρό, όπως αφηγούνται αξιόπιστοι άνθρωποι (αν και ο Αλλάχ ξέρει περισσότερα), ζούσε στα νησιά της Βαβυλωνίας ένας βασιλιάς, που μάζεψε μια μέρα τους αρχιτέκτονες και τους μάγους του, και τους παράγγειλε να χτίσουν ένα λαβύρινθο τόσο περίπλοκο και τόσο αριστοτεχνικό, ώστε κανένας γνωστικός δεν τολμούσε να διασχίσει το κατώφλι του, κι όποιος έμπαινε, χανόταν. Το κτίριο αυτό αποτελούσε σκάνδαλο, γιατί τα θαύματα και η σύγχυση είναι έργα του Θεού, όχι των ανθρώπων. Με τον καιρό, ήρθε στην αυλή του ένας βασιλιάς των Αράβων, κι ο βασιλιάς της Βαβυλωνίας (για να διασκεδάσει με την αφέλεια του μουσαφίρη του), τον άφησε να μπει στο λαβύρινθο, όπου ο άλλος περιπλανήθηκε ταπεινωμένος, ζαλισμένος, ώσπου έπεσε το βράδυ. Τότε παρακάλεσε τον Θεό να βάλει το χέρι Του, κι έτσι βρήκε την πόρτα. Κανένα παράπονο δε βγήκε από τα χείλια του· το μόνο που είπε στον βασιλιά της Βαβυλωνίας, ήταν ότι στην Αραβία είχε έναν άλλο λαβύρινθο κι ότι, αν ήθελε ο Θεός, θα `ρχόταν κάποτε η μέρα που θα του τον έδειχνε. Ύστερα γύρισε στην Αραβία, μάζεψε τους στρατηγούς και τους φυλάρχους του, κι εξαπέλυσε επίθεση στα βασίλεια της Βαβυλωνίας με τέτοια ευτυχή έκβαση, ώστε γκρέμισε τα κάστρα της, ρήμαξε το στρατό της κι έπιασε αιχμάλωτο τον ίδιο τον βασιλιά. Τον έδεσε πάνω σε μια γοργή καμήλα και τον πήγε στην έρημο. Μετά από τρεις μέρες ταξίδι, του είπε: «Ω βασιλιά του χρόνου, ουσία και σύμβολο του αιώνα! Στη Βαβυλωνία μ’ άφησες να χαθώ σ’ έναν μπρούντζινο λαβύρινθο, με άφθονες σκάλες, πόρτες και τοίχους· τώρα το `φερε ο Παντοδύναμος να σου δείξω κι εγώ τον δικό μου, που δεν έχει σκάλες ν’ ανεβείς, ούτε πόρτες που να μη σου ανοίγουν, ούτε τοίχους να σου κόβουνε το δρόμο».
   Τότε τον έλυσε και τον άφησε στη μέση της ερήμου, να πεθάνει από την πείνα και τη δίψα. Δόξα σ’ Εκείνον που δεν πεθαίνει.

Χ. Λ. Μπόρχες, Το Άλεφ, 1949. (Μετάφραση: Αχιλλέας Κυριακίδης).

Τρίτη 1 Νοεμβρίου 2011

Λαβύρινθος - 1

Πόρτα ποτέ δε θα υπάρξει. Κι είσαι μέσα
και το μέγαρο αγκαλιάζει το σύμπαν·
δεν έχει ούτε μπρός ούτε πίσω όψη
ούτε περίβολο ούτε κέντρο μυστικό.
Μην ελπίζεις πως ο απέραντος δρόμος
που πάλι διακλαδίζεται σ' άλλον,
που πάλι διακλαδίζεται σ' άλλον,
κάπου τελειώνει. Το ριζικό σου αλύγιστο
σαν τον κριτή σου. Μην περιμένεις να σου ορμήσει
ο ταύρος που είναι άνθρωπος κι η αλλόκοτη,
πολύμορφη όψη του σκορπάει τον τρόμο
μέσα σ' αυτό το μπερδεμένο πέτρινο κουβάρι.
Δεν υπάρχει. Να μην ελπίζεις ούτε καν
μέσ' απ' το φοβερό σκοτάδι να φανεί το τέρας.

J. L. Borges, Το εγκώμιο της σκιάς. (Μετάφραση: Δημήτρης Καλοκύρης).