[...]
Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.

Κ. Γ. Καρυωτάκης, [Είμαστε κάτι...], Ελεγεία: δεύτερη σειρά, 1927.

Παρασκευή 16 Σεπτεμβρίου 2016

Τα αντικλείδια


Γ. Παυλόπουλος (1924-2008)
Η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.
Πολλοί κοιτάζουν μέσα χωρίς να βλέπουν
τίποτα και προσπερνούνε. Όμως μερικοί
κάτι βλέπουν, το μάτι τους αρπάζει κάτι
και μαγεμένοι πηγαίνουνε να μπουν.
Η πόρτα τότε κλείνει. Χτυπάνε μα κανείς
δεν τους ανοίγει. Ψάχνουνε για το κλειδί.
Κανείς δεν ξέρει ποιος το έχει. Ακόμη
και τη ζωή τους κάποτε χαλάνε μάταια
γυρεύοντας το μυστικό να την ανοίξουν.
Φτιάχνουν αντικλείδια. Προσπαθούν.
Η πόρτα δεν ανοίγει πια. Δεν άνοιξε ποτέ
για όσους μπόρεσαν να ιδούν στο βάθος.
Ίσως τα ποιήματα που γράφτηκαν
από τότε που υπάρχει ο κόσμος
είναι μια ατέλειωτη αρμαθιά αντικλείδια
για ν’ ανοίξουμε την πόρτα της Ποίησης.

Μα η Ποίηση είναι μια πόρτα ανοιχτή.

 
Γιώργης Παυλόπουλος, «Τα αντικλείδια»,
από την ομότιτλη ποιητική συλλογή, εκδ. Στιγμή, 1988.

Κυριακή 11 Σεπτεμβρίου 2016

Η δασκάλα


Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη (1898-1977)
Πόσες φορές αποτραβιέται
μονάχη, πέρα απ’ τα παιδιά
και πικραμένη συλλογιέται
όσα της σφίγγουν την καρδιά.
Ω τα χρυσά που εφύγαν νιάτα
μ’ όνειρα πόσα ήταν γεμάτα!

Προβιβασμός, υποτροφία,
κάποια της τύχης αλλαγή,
δυο-τρία χρόνια υπηρεσία
κι ένας λεβέντης μιαν αυγή,
που θα την κλειούσε αρχόντισσά του
στο σπίτι του και στην καρδιά του.

Μα `ταν φτωχό το σπιτικό της
και καρτερούσαν να θραφούν
γονιοί κι αδέλφια απ’ το μιστό της
και χρέη παλιά να πλερωθούν.
Κι αυτός, μικρός, δεν εξαρκούσε
κι όλο πιο μπρος τον εξοφλούσε.

Έχει σβηστεί στο πρόσωπό της
κάθε της νιότης ομορφιά.
Κι όσα διδάσκει στο σκολειό της
δεν τα πιστεύει εκείνη πια.
Κι όλο και γίνεται η δασκάλα
πιο νευρική και πιο ασπρομάλλα.

Άλλες μαθήτριες παντρευτήκαν·
άλλες, παιδάκια, εγίναν νιες·
από τη μνήμη της σβηστήκαν
πόσες εδίδαξε γενιές.
Στη νιότη τους, π’ ανθεί και δένει,
μετράει τα χρόνια της θλιμμένη.

Κι όμως, στην έδρα της εκείνη,
για λευτεριά, για δικαιοσύνη,
διδάσκει πάντα και κηρύττει,
με ραγισμένη τη φωνή,
π’ όλο και βγαίνει πιο βραχνή
από τον χρόνιο φαρυγγίτη.


Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, «Η δασκάλα», Ώρες αγάπης, εκδ. Φλάμμα, 1934.