[...]
Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.

Κ. Γ. Καρυωτάκης, [Είμαστε κάτι...], Ελεγεία: δεύτερη σειρά, 1927.

Σάββατο 30 Αυγούστου 2014

Μεταθανάτιο

Μεταθανάτια μοιάζει αυτή η χαρά
σαν όταν πια το σκάσαμε από τους δικούς μας
κι είμαστε ακόμη πλανεμένοι και έκθαμβοι απ’ το όνειρο της άλλης ζωής
κι αυτοί, μετά τους πρώτους θρήνους και οδυρμούς,
αρχίζουν να τελούν με ευλάβεια τα ταγμένα
και μες στη φούρια για τα τριήμερα, τα εννιάημερα και τα σαράντα
αποξεχνιούνται, ξανασαίνουν με ανακούφιση
ξαλαφρωμένοι από το βάρος της απτής μας παρουσίας
κι αγάλλονται τα πρόσωπά τους φέγγος εγκαρτέρησης και προσδοκίας
για μια συνάντηση άλλη, μυστική

Αυτές τις μέρες είναι που πλανιόμαστε και ρεμπελεύουμε
ξέμπαρκοι στη ζωή τους και στα όνειρά τους
με αλλόκοτα καμώματα
πότε ξεχνώντας ανοιχτές τις πόρτες στον αέρα
πότε μια θέση παραπάνω στο τραπέζι άδεια
πότε μες στην ομίχλη πλάι τους βαδίζοντας
δείχνοντας τις πληγές μας για να μας πιστέψουμε και πότε
παίζοντας τις νεφέλες πάνω στα λοφάκια
Όλα περίπαθα τα επουράνια, τα επίγεια και τα καταχθόνια
κι όλα σάμπως ανύπαρκτα

Έτσι και τώρα που είναι πρόσφατος αυτός ο χωρισμός μας
και μας κατέχει ακόμη η σύντομη ψευδαίσθηση
πως είμαστε τάχα άυλοι τάχα άχρονοι
αποθανόντες από των στοιχείων του κόσμου
λευτερωμένοι ο ένας απ’ τον άλλον
και μες στη μέθη αυτή
ξεσκίζοντας το καθ΄ημών χειρόγραφον
και αψηφώντας το μη άψη μηδέ γεύση μηδέ θίγης
πώς να σκεφτούμε, ως ζώντες, για παρηγοριά ή μετάνοια;

Αλλά το σώμα είναι σώμα και τα δάκρυα δάκρυα
το πλήρωμα των ημερών εγγίζει
σκιά μελλόντων πάνω μας τα εγκόσμια και θα μας γονατίσουν
Έρχεται η Πεντηκοστή
και γόνατα και μέτωπα στο χώμα πάλι θα βροντήξουν…


Βύρων Λεοντάρης, ποίημα ΙΧ από τη συλλογή Εκ περάτων,
Αθήνα, εκδόσεις ύψιλον/βιβλία, 1986.

Βύρων Λεοντάρης

Ο Β. Λεοντάρης (1932-2014) σε φωτογραφία από το αρχείο του Κ. Κοβάνη.
Πηγή: www.enet.gr.
[…]   Ο Βύρων Λεοντάρης ανήκε σε έναν κύκλο διανοουμένων που δεν χαρίστηκαν στην ιδεολογία της προόδου· αντίθετα, έδειξαν δρόμους, υποβάλλοντας τις αφαιρέσεις και τις αδιαφορίες της σε ανηλεή κριτική. Αν γι’ αυτό βιαστεί κανείς να τον κατατάξει στους “ρομαντικούς”, μαζί με τους συνοδοιπόρους του των Σημειώσεων, ας το κάνει τουλάχιστον με τον τρόπο του Μικαέλ Λεβί, τακτικού συνομιλητή του περιοδικού και των συγγενών εκδόσεων Έρασμος, αυτές τις δεκαετίες της παράλληλης σταδιοδρομίας τους: «Για τον επαναστατικό ρομαντισμό», γράφει ο Λεβί στο Προμήνυμα κινδύνου, «το αντικειμενικό δεν είναι μια επιστροφή στο παρελθόν, αλλά μια αλλαγή πορείας προς ένα ουτοπικό μέλλον». Αν είναι πάλι να τον ταξινομήσει στους “ουτοπικούς”, ας σκέφτεται έστω την ουτοπία όπως ο Έρνστ Μπλοχ, που την αποκατέστησε: σαν «το μη-είναι-ακόμη». Ή εν πάση περιπτώσει ας αρκεστεί στο απλό: ότι τέσσερις δεκαετίες τώρα, ο Βύρων Λεοντάρης, μαζί με τον Γεράσιμο Λυκιαρδόπουλο, τον Στέφανο Ροζάνη, τον Μάριο Μαρκίδη, τον Μανόλη Λαμπρίδη, τον Μάρκο Μέσκο και τον Τάσο Πορφύρη, υπερασπίστηκε την ποίηση ως κοινή υπόθεση, με αίσθηση καθήκοντος, κυρίως όμως με πάθος, “διά της λύπης” και μην παρατώντας “τη χαρά στους ανίδεους”. Με το ίδιο πάθος που ο ίδιος και οι συνοδοιπόροι του υπερασπίστηκαν τη φιλοσοφία («σε τι χρησιμεύει ακόμα», άραγε;) και τις ηττημένες εξεγέρσεις, από την Ουγγαρία και το Πολυτεχνείο, μέχρι τον δικό μας Δεκέμβρη του 2008: ως κριτικές του υπάρχοντος από τη σκοπιά αυτού που δεν είναι ακόμα εδώ.   […]
 
(Δημοσθένης Παπαδάτος Αναγνωστόπουλος, «Θερινές αφαιρέσεις»)
 
Περισσότερα: http://avgi-anagnoseis.blogspot.gr/
(Αφιερώματα 2014: Βύρων Λεοντάρης)