[...]
Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.

Κ. Γ. Καρυωτάκης, [Είμαστε κάτι...], Ελεγεία: δεύτερη σειρά, 1927.

Τετάρτη 22 Δεκεμβρίου 2021

Ο λόγος της ποίησης

 
Ποιος είναι ο λόγος της ποίησης
που βγαίνει απ’ το ποιώ
και που σημαίνει πράττω
Ζητάω την απάντηση
απ’ τους ακινητοποιημένους
 
Κατερίνα Γώγου, Ο μήνας των παγωμένων σταφυλιών, ποίημα 33, Αθήνα, εκδόσεις Καστανιώτη, 1988.

Τετάρτη 17 Νοεμβρίου 2021

Σπουδαστές

 

 
Σας είδα κάτου από την πύρινη βροχή
με τα πλακάτ και τα σκουτιά τα ματωμένα
εσάς που κάματε τη δύσκολην αρχή
κείνα τα χρόνια τα βαριά τα κολασμένα.
 
Σήμερα βλέπω τα δικά σας τα παιδιά
σμάρι πηχτό μες στου πελάγου τη σπιλιάδα.
Πάντα κατάντικρα στην κάθε αναποδιά
και σ᾿ όσους πάνε να σταυρώσουν την Ελλάδα.
 
 
Νίκος Καββαδίας, «Σπουδαστές».
Χειρόγραφο που δόθηκε από τον ποιητή στους φοιτητές Μάκη Ρηγάτο κα Γιάννη Καούνη, μέλη της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη, όταν πήγαν να του πάρουν συνέντευξη για το περιοδικό Πανσπουδαστική, λίγο πριν το πραξικόπημα του 1967.

Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2021

Ερωτόκριτος

Θεόφιλος Γ. Κεφαλάς-Χατζημιχαήλ (περ. 1870-1934), Ερωτόκριτος και Αρετούσα, φυσικές χρωστικές σε καμβά, 1933, Μουσείο Έργων Θεόφιλου, Μυτιλήνη.

Του κύκλου τα γυρίσματα που ανεβοκατεβαίνου,
και του τροχού που ώρες ψηλά κι ώρες στα βάθη πηαίνου,
και του καιρού τ’ αλλάματα που αναπαημό δεν έχου,
μα στο καλό κ’ εις το κακό περιπατούν και τρέχου,
και των αρμάτω οι ταραχές, έχθρητες και τα βάρη,
του Έρωτα η εμπόρεση και της φιλιάς η χάρη,
αυτάνα μ’ εκινήσασι τη σήμερον ημέρα
ν’ αναθιβάλω και να πω τά κάμαν και τά φέρα
σ’ μια κόρη κ’ έναν άγουρο που μπερδευτήκα ομάδι
σε μια φιλιάν αμάλαγη, με δίχως ασκημάδι.
[…]
Απ’ ό,τι κάλλη έχει άνθρωπος, τα λόγια έχουν τη χάρη
να κάμουσι κάθε καρδιά παρηγοριά να πάρη·
κι οπού κατέχει να μιλή με γνώση και με τρόπο,
κάνει και κλαίσι και γελούν τα μάτια των αθρώπω.
[…]
Όποιος τσι μεγαλότητες ζητά ετουνού του κόσμου
και δε γνωρίζει πως επά διαβάτης είν’ του δρόμου,
μα ρέμπεται στες αφεντιές, στα πλούτη του καυκάται,
εγώ άγνωστο τόνε κρατώ και πελελός λογάται.
Τούτα ’ναι ανθοί και λούλουδα, διαβαίνου και περνούσι
και μεταλλάσσουν τα οι καιροί, συχνιά τα καταλούσι·
σαν το γυαλί ραγίζουνται, σαν τον καπνό διαβαίνου,
ποτέ δε στέκου ασάλευτα, μα πιλαλούν και πηαίνου.
Κι όσο πλια η Μοίρα στα ψηλά τον άθρωπο καθίζει,
τόσο και πλιότερα πονεί, όντε τόνε γκρεμνίζη.
[…]
 
Βιτσέντζος Κορνάρος (1553-1613/4), Ερωτόκριτος,
αποσπάσματα: Α 1-10, Α 887-890 και Δ 601-610,
επιμέλεια: Στυλιανός Αλεξίου, Εκδοτική Ερμής, 1985.