[...]
Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.

Κ. Γ. Καρυωτάκης, [Είμαστε κάτι...], Ελεγεία: δεύτερη σειρά, 1927.

Πέμπτη 18 Απριλίου 2013

Στην αποικία...

Κ. Π. Καβάφης
Ότι τα πράγματα δεν βαίνουν κατ’ ευχήν στην Aποικία
δεν μέν’ η ελαχίστη αμφιβολία,
και μ’ όλο που οπωσούν τραβούμ’ εμπρός,
ίσως, καθώς νομίζουν ουκ ολίγοι, να έφθασε ο καιρός
να φέρουμε Πολιτικό Aναμορφωτή.

Όμως το πρόσκομμα κ’ η δυσκολία
είναι που κάμνουνε μια ιστορία
μεγάλη κάθε πράγμα οι Aναμορφωταί
αυτοί. (Ευτύχημα θα ήταν αν ποτέ
δεν τους χρειάζονταν κανείς.) Για κάθε τι,
για το παραμικρό ρωτούνε κ’ εξετάζουν,
κ’ ευθύς στον νου τους ριζικές μεταρρυθμίσεις βάζουν,
με την απαίτησι να εκτελεσθούν άνευ αναβολής.

Έχουνε και μια κλίσι στες θυσίες.
Παραιτηθείτε από την κτήσιν σας εκείνη·
η κατοχή σας είν’ επισφαλής:
η τέτοιες κτήσεις ακριβώς βλάπτουν τες Aποικίες.
Παραιτηθείτε από την πρόσοδον αυτή,
κι από την άλληνα την συναφή,
κι από την τρίτη τούτην: ως συνέπεια φυσική·
είναι μεν ουσιώδεις, αλλά τί να γίνει;
σας δημιουργούν μια επιβλαβή ευθύνη.

Κι όσο στον έλεγχό τους προχωρούνε,
βρίσκουν και βρίσκουν περιττά, και να παυθούν ζητούνε·
πράγματα που όμως δύσκολα τα καταργεί κανείς.

Κι όταν, με το καλό, τελειώσουνε την εργασία,
κι ορίσαντες και περικόψαντες το παν λεπτομερώς,
απέλθουν, παίρνοντας και την δικαία μισθοδοσία,
να δούμε τι απομένει πια, μετά
τόση δεινότητα χειρουργική.—

Ίσως δεν έφθασεν ακόμη ο καιρός.
Να μη βιαζόμεθα· είν’ επικίνδυνον πράγμα η βία.
Τα πρόωρα μέτρα φέρνουν μεταμέλεια.
Έχει άτοπα πολλά, βεβαίως και δυστυχώς, η Aποικία.
Όμως υπάρχει τι το ανθρώπινον χωρίς ατέλεια;
Και τέλος πάντων, να, τραβούμ’ εμπρός.

 
 Κ. Π. Καβάφης, «Εν μεγάλη Eλληνική αποικία, 200 π.X.», 1928.

Παρασκευή 12 Απριλίου 2013

Πενθεύς



Η Αγαύη και η Ινώ διαμελίζουν τον Πενθέα,
παρόντος του Διόνυσου και δύο ακόμη μαινάδων.
Πώμα αττικής ερυθρόμορφης λεκανίδος,
περ. 450-425 π.Χ., Μουσείο Λούβρου.

 
 
 


Ο ύπνος τον γέμιζε όνειρα καρπών και φύλλων·
ο ξύπνος δεν τον άφηνε να κόψει ούτε ένα μούρο.
Κι οι δυο μαζί μοιράσανε τα μέλη του στις Βάκχες.





Γιώργος Σεφέρης, «Πενθεύς», Ημερολόγιο καταστρώματος, Γ΄, Αθήνα, εκδ. Ίκαρος, 1955.

Ευριπίδης, Αθηναίος



Μαρμάρινη προτομή
του Ευριπίδη.
Ρωμαϊκό αντίγραφο
(από ελληνικό πρωτότυπο
του 330 περ. π.Χ.),
Museo Pio-Clementino.


Γέρασε ανάμεσα στη φωτιά της Tροίας
και στα λατομεία της Σικελίας.

Tου άρεσαν οι σπηλιές στην αμμουδιά κι οι ζωγραφιές
      της θάλασσας.
Eίδε τις φλέβες των ανθρώπων
σαν ένα δίχτυ των θεών, όπου μας πιάνουν σαν τ' αγρίμια·
προσπάθησε να το τρυπήσει.
Ήταν στρυφνός, οι φίλοι του ήταν λίγοι·
ήρθε ο καιρός και τον σπαράξαν τα σκυλιά.
 


Γιώργος Σεφέρης, «Ευριπίδης, Αθηναίος», Ημερολόγιο καταστρώματος, Γ΄, Αθήνα, εκδ. Ίκαρος, 1955.

Τετάρτη 3 Απριλίου 2013

Οι σύντροφοι στον Άδη

Γ. Σεφέρης
νήπιοι, οἳ κατὰ βοῦς Ὑπερίονος Ἠελίοιο
ἤσθιον· αὐτὰρ ὁ τοῖσιν ἀφείλετο νόστιμον ἦμαρ.
                         ΟΔΥΣΣΕΙΑ, α 8-9

Αφού μας μέναν παξιμάδια
τί κακοκεφαλιά
να φάμε στην ακρογιαλιά
του Ήλιου τ’ αργά γελάδια

που το καθένα κι ένα κάστρο
για να το πολεμάς
σαράντα χρόνους και να πας
να γίνεις ήρωας κι άστρο!

Πεινούσαμε στης γης την πλάτη,
σα φάγαμε καλά
πέσαμε εδώ στα χαμηλά
ανίδεοι και χορτάτοι.

Γιώργος Σεφέρης, «Οι σύντροφοι στον Άδη», Στροφή, Αθήνα, τυπογραφείο «Εστία», 1931.