[...]
Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.

Κ. Γ. Καρυωτάκης, [Είμαστε κάτι...], Ελεγεία: δεύτερη σειρά, 1927.

Κυριακή 26 Ιουνίου 2022

Κατά Βοναπάρτου

 

(Με ομοιοκαταληξίες προσυμφωνημένες)
 
Δ. Σολωμός, έργο Δ. Μυταρά
Την ανθρωπότητα είδα, που `χε στην καρδιά της
μπηγμένο το κεντρί του πόνου, να σφαδάζει·
τον τύραννο την είδα να θωρεί, που βάζει
αλάτι στις πληγές της. Κι αν τα σωθικά της
 
της τα μασούσε η φρίκη, εκειός την ικεσιά της
για μπαίγνιο αναλογάει, κι ουδέ στιγμή διστάζει
το νύχι στις λαβωματιές βαθιά να μπάζει,
και, σαν το βγάζει, ευθύς να γλείφει τα αίματά της.
 
Μια ξέφρενη τον κυνηγάει, άρρωστη μανία
τον κόσμο ολόβολο σ’ ερείπια να χαλάσει,
να χτίσει απάνω τους βασίλειο η ανομία.
 
Μες στην ψυχή του τη σκληρή δεν νιώθει τύψεις·
η απάνθρωπη μονάχα τον κεντρίζει δράση
για να `ναι πάντα ωμός και βασιλιάς της θλίψης.
 
 
Διονύσιος Σολωμός, «Contro Bonaparte» (Κατά Βοναπάρτου), ιταλικό σονέτο του 1820. Στο: Διον. Σολωμός, Άπαντα τα ιταλικά (δίγλωσση έκδοση), έμμετρη μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής με τη συνεργασία του Νίκου Παπαδόπουλου, Αθήνα, εκδ. Gutenberg, 2021, σελ. 218-219.

Κυριακή 19 Ιουνίου 2022

Το όνειρο της Μαρίας

Διονύσιος Σολωμός (1798-1857)
 

Μου φαίνεται πως πάω και ταξιδεύω
Στην ερμιά του πελάγου εις τ’ όνειρό μου·
Με το κύμα, με τς ανέμους παλεύω
Μοναχή, και δεν είσαι εις το πλευρό μου·
Δε βλέπω με το μάτι όσο γυρεύω
Πάρεξ τον ουρανό στον κίνδυνό μου·
Τονέ τηράω, βόηθα, του λέω, δεν έχω
Πανί, τιμόνι, και το πέλαο τρέχω.
 
 
Διονύσιος Σολωμός, Ο Λάμπρος (1829): 9. «Το όνειρο της Μαρίας», στροφή 1. Στο: Διον. Σολωμού Άπαντα (επιμέλεια - σημειώσεις Λίνου Πολίτη), τόμος πρώτος: Ποιήματα, σελ. 161.