[...]
Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.

Κ. Γ. Καρυωτάκης, [Είμαστε κάτι...], Ελεγεία: δεύτερη σειρά, 1927.

Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2024

Δε ζητώ τίποτα

Σωκράτης Λ. Σκαρτσής (1936-2024)

Δε ζητώ τίποτα,
μονάχα να τελειώσουν τα δάχτυλά μου στο φως
κι ένα κόμπο νερό για να μείνω
δε ζητώ τίποτα,
μόνο μια θέση κι ένα τόπο να σταθώ
για να μείνω στον κόσμο
να περπατώ πάνω στο χώμα κοντά στα νερά·
δε ζητώ τίποτα,
ν’ αγγίζω μονάχα τον κόσμο με δικά μου δάχτυλα
κι ούτε κόκκο χώμα δεν παίρνω
δε χάνω σταγόνα νερό·
δε ζητώ τίποτα,
μονάχα το χρυσό πρόσωπο το μοναχικό πουλί
και να τελειώσει η μοναξιά μου στο φως
μονάχα την ανάσα μου έξω απ’ τον κόσμο
κι όλο τον έρωτα της καρδιάς μου
μονάχα την αλήθεια πως είμαι,
η αλήθεια είναι νίκη,
μονάχα να νικήσω.
 
Σωκράτης Λ. Σκαρτσής: το εναρκτήριο ποίημα της συλλογής Μέλι στο νερό, σήμερα, 1973.
Στο: Η όλη ποίηση, ιδιωτική έκδοση, 2019, δημοσιευμένη και στο skartsis.com Η όλη ποίηση.

Σάββατο 7 Δεκεμβρίου 2024

Ο γερο δάσκαλος


Ο γερο δάσκαλος – ποιος τον θυμάται –
τον ανεξύπνητο ύπνο κοιμάται,
τον ξενυχτάνε δυο χωριανοί.

Οι νέοι σκόρπισαν στα καφενεία,
δυο τρεις που πήγανε στην εκκλησία
δε βγάλαν λόγο για τη θανή.

Ο ψάλτης βιάζοταν, είχε βαφτίσια.
Βουβά τον θάψανε στα κυπαρίσσια
και τον ξεχάσανε πολύ καιρό.

Ο δασοφύλακας τον άλλο χρόνο
κάρφωσε κάγκελα κι έφτιαξε μόνο
με δυο σανίδια ένα σταυρό.

Κάποιος αργόσχολος ειρηνοδίκης
βρήκε το κείμενο της διαθήκης
όπου διαβάσαμε το λόγο αυτό:


Στον τάφο θα ‘θελα σαν θα πεθάνω

πως ήμουν δάσκαλος να γράψουν πάνω

και δίχως λάθη, παρακαλώ.

 

«1946 / Ο γερο δάσκαλος», από τον κύκλο τραγουδιών Χρονικό (1966-1970). Μουσική: Γιάννης Μαρκόπουλος (1939-2023), στίχοι: Κ.Χ. Μύρης (ψευδώνυμο του Κώστα Γεωργουσόπουλου, 1937-2024), ερμηνεία: Νατάσσα Μποφίλιου (πρώτη εκτέλεση: Μαρία Δημητριάδη).

Πέμπτη 28 Νοεμβρίου 2024

Ωδή στο φθινόπωρο

William Hilton ο νεότερος (1786-1839), πορτρέτο του John Keats (1795-1821), ελαιογραφία, περ. 1822, National Portrait Gallery, Λονδίνο.


Season of mists and mellow fruitfulness,
   Close bosom-friend of the maturing sun;
Conspiring with him how to load and bless
   With fruit the vines that round the thatch-eves run;
To bend with apples the moss'd cottage-trees,
   And fill all fruit with ripeness to the core;
      To swell the gourd, and plump the hazel shells
   With a sweet kernel; to set budding more,
And still more, later flowers for the bees,
Until they think warm days will never cease,
      For summer has o'er-brimm'd their clammy cells.
 
Who hath not seen thee oft amid thy store?
   Sometimes whoever seeks abroad may find
Thee sitting careless on a granary floor,
   Thy hair soft-lifted by the winnowing wind;
Or on a half-reap'd furrow sound asleep,
   Drows'd with the fume of poppies, while thy hook
      Spares the next swath and all its twined flowers:
And sometimes like a gleaner thou dost keep
   Steady thy laden head across a brook;
   Or by a cyder-press, with patient look,
      Thou watchest the last oozings hours by hours.
 
Where are the songs of spring? Ay, Where are they?
   Think not of them, thou hast thy music too,—
While barred clouds bloom the soft-dying day,
   And touch the stubble-plains with rosy hue;
Then in a wailful choir the small gnats mourn
   Among the river sallows, borne aloft
      Or sinking as the light wind lives or dies;
And full-grown lambs loud bleat from hilly bourn;
   Hedge-crickets sing; and now with treble soft
   The red-breast whistles from a garden-croft;
      And gathering swallows twitter in the skies.
 
John Keats, “To Autumn”, 1819.
 
Περισσότερα:

Με αφορμή τον τόμο Τζων Κητς – Ποίηση. Εκλογή από το έργο του (μετάφραση, σχόλια, επίμετρο: Γ. Βάρσος), εκδόσεις Gutenberg, 2022.