[...]
Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.

Κ. Γ. Καρυωτάκης, [Είμαστε κάτι...], Ελεγεία: δεύτερη σειρά, 1927.

Παρασκευή 30 Ιανουαρίου 2015

Λίγος ακόμα Μπρεχτ


Rudolf Schlichter, Πορτραίτο
του Μπρεχτ (λεπτομέρεια), 1926.

Τι περιμένετε;
Ότι οι κουφοί παραχωρήσεις θα σας κάνουν
Κι ότι οι αχόρταγοι
Κάτι θε να σας δώσουν!
Οι λύκοι θα σας ταΐσουνε αντί να σας καταβροχθίσουν!
Από φιλία
Θα σας προσκαλέσει η τίγρη
Να της βγάλετε τα δόντια!
Τέτοια περιμένετε!


Μπέρτολτ Μπρεχτ, «Αυτοί που ελπίζουν»
(απόδοση: Νάντια Βαλαβάνη).

Σάββατο 24 Ιανουαρίου 2015

Οι αρνητές της Ιστορίας


Σε μερικούς ανθρώπους έρχεται μια μέρα
που πρέπει το μεγάλο Ναι ή το μεγάλο το Όχι
να πούνε. Φανερώνεται αμέσως όποιος τόχει
έτοιμο μέσα του το Ναι, και λέγοντάς το πέρα

πηγαίνει στην τιμή και στην πεποίθησί του.
Ο αρνηθείς δεν μετανοιώνει. Aν ρωτιούνταν πάλι,
όχι θα ξαναέλεγε. Κι όμως τον καταβάλλει
εκείνο τ’ όχι — το σωστό —  εις όλην την ζωή του.


Κ. Π. Καβάφης, “Che fece …. il gran rifiuto”, 1901.

Παρασκευή 9 Ιανουαρίου 2015

Λάλον ύδωρ

[…]
Πολλά μας βρήκαν
και τα χειρότερα
απ’ τα μέσα.
Τ’ απόρθητα κάστρα
τα μεγάλα
ποτέ δεν πέφτουν
απ’ τα έξω.
Γιάννης Νεγρεπόντης (1930-1991)
Το λάλον ύδωρ
απερίσκεπτα
αφήσαμε να χυθεί.

Τώρα οι Ερινύες
τον ύπνο και τον ξύπνιο μας
ταράσσουν.

Κι εμεις αθύρματα
πιστεύουμε πως κάτι κάνουμε
πιστεύουμε πως είναι δυνατόν
αυτές να εξευμενίσουμε
το μερτικό του ο καθένας
της ενοχής μετριάζοντας
ή σ’ άλλους αποδίδοντας.

Α, αυτός ο παγερός
αέρας της αμφιβολίας
δεν μ’ αφήνει
τρώει τις σάρκες μου
γδέρνει το μυαλό μου
το χρόνο μου
απογυμνώνει.

Μόνος μου, μόνος.
Το κάθε τι
μες απ’ τα δάχτυλά μου
όπως η άμμος χάνεται.
Κάθε πρωί ο ήλιος
τεφρός και παγωμένος
κι οι νύχτες μου μαύρες στάχτες.
Τι θα μπορούσε πια
αυτή την άγρια
μοναξιά μου να μερώσει.
Τι άλλο απ’ την παραίτηση.
Όμως ακόμα δεν μπορώ
έχω ακόμα μνήμη
και να παραιτηθώ
δεν το μπορώ
ακόμα αμφιβάλλω
θυμάμαι ακόμα
μου απομένει ακόμα η πίστη
όπως και να `χει
έτσι κι αλλιώς υπάρχω.
[…]

Γιάννης Νεγρεπόντης, «Φυλάττειν Θερμοπύλας» (απόσπασμα), Λέρος, 1968.

Σημ.: Το ποίημα γράφτηκε στο Παρθένι της Λέρου, όπου ο Νεγρεπόντης βρισκόταν εξόριστος στη διάρκεια της δικτατορίας. Φυγαδεύτηκε από το στρατόπεδο γραμμένο σε τσιγαρόχαρτα, κρυμμένα στην κορνίζα ενός αυτοσχέδια συναρμολογημένου πίνακα που έστειλε σε φίλους του. Μετά την αντιγραφή του, το ποίημα κυκλοφόρησε από χέρι σε χέρι, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό, ως την πρώτη έκδοσή του, το 1971.

Πέμπτη 1 Ιανουαρίου 2015

Πρώτο ταξίδι

Νίκος Καββαδίας
                                    Στὸν Γιργο Παπ

Πρῶτο ταξίδι ἔτυχε ναῦλος γιὰ τὸ Νότο,
δύσκολες βάρδιες, κακὸς ὕπνος καὶ μαλάρια.
Εἶναι παράξενα τῆς Ἴντιας τὰ φανάρια
καὶ δὲν τὰ βλέπεις, καθὼς λένε, μὲ τὸ πρῶτο.

Πέρ᾿ ἀπ᾿ τὴ γέφυρα τοῦ Ἀδάμ, στὴ Νότιο Κίνα,
χιλιάδες παραλάβαινες τσουβάλια σόγια.
Μὰ οὔτε στιγμὴ δὲν ἐλησμόνησες τὰ λόγια
ποὺ σοῦ ῾πανε μία κούφιαν ὥρα στὴν Ἀθήνα.

Στὰ νύχια μπαίνει τὸ κατράμι καὶ τ᾿ ἀνάβει,
χρόνια στὰ ροῦχα τὸ ψαρόλαδο μυρίζει,
κι ὁ λόγος της μὲς στὸ μυαλό σου νὰ σφυρίζει,
«ὁ μπούσουλας εἶναι ποὺ στρέφει ἢ τὸ καράβι;»

Νωρὶς μπατάρισε ὁ καιρὸς κι ἔχει χαλάσει.
Σκαντζάρισες, μὰ σὲ κρατᾶ λύπη μεγάλη.
Ἀπόψε ψόφησαν οἱ δυό μου παπαγάλοι
κι ὁ πίθηκος πού ῾χα μὲ κούραση γυμνάσει.

Ἡ λαμαρίνα!... Ἡ λαμαρίνα ὅλα τὰ σβήνει.
Μᾶς ἕσφιξε τὸ Kuro Siwo σὰ μιὰ ζώνη
κι ἐσὺ κοιτᾶς ἀκόμη πάνω ἀπ᾿ τὸ τιμόνι,
πῶς παίζει ὁ μπούσουλας καρτίνι μὲ καρτίνι.


Νίκος Καββαδίας, «Kuro Siwo», Πούσι, 1947.