Jacques Émile Blanche (1861-1942),
πορτραίτο της
Anna de Noailles, 1919,
ελαιογραφία, Musée d'art moderne et
contemporain de
Strasbourg, Γαλλία.
|
Όταν
πια θα ’μαι κουρασμένη
εδώ
να ζω μόνη και ξένη
χρόνους
αβίωτους,
θα
πάω να δω τη χώρα που ’ναι
οι
ποιητές και καρτερούνε
με
το βιβλίο τους.
Φρανσουά
Βιγιόν, σκιά μου φίλη,
που
ταπεινά καθώς οι γρύλοι
ετραγουδούσες,
πόσο
η ψυχή μου θα σ’ επόνει,
όταν
σ’ επρόσμενε η αγχόνη
κι
έκλαιαν οι Μούσες!
Τάχα
τρεκλίζοντας ακόμα,
Βερλαίν,
κρατάς αυλό στο στόμα,
δεύτερος
Παν,
πάντα
είσαι απλός και θείος εσύ,
μεθώντας
με οίστρο, με κρασί,
pauvre
Lélian; *
Και
τέτοιο αν είχες ριζικό,
που
άλλο δεν είναι πιο φριχτό,
Ερίκε
Χάινε,
ούτ’
έτσι ωραίο σαν το δικό σου,
στα
χέρια μου το μέτωπό σου
γείρε
και πράυνε.
Εμένα
διάβηκε η ζωή
όλη
ένα δάκρυ, απ’ το πρωί
έως
την εσπέρα.
Κι
άλλο πια τώρα δε μου μένει,
παρά,
θεοί μου αγαπημένοι,
νά
’ρθω εκεί πέρα.
Anna-Élisabeth, Comtesse Mathieu de Noailles
(1876-1933), «Οι σκιές»,
μετάφραση: Κ. Γ. Καρυωτάκης.
* Lélian:
αναγραμματισμός του ονοματεπώνυμου Paul Verlain, τον οποίο είχε χρησιμοποιήσει
ο ίδιος ο Βερλαίν και ως τίτλο στο τελευταίο κεφάλαιο των Καταραμένων ποιητών (1888).