Κική Δημουλά (1931-2020) |
Τρισάγια κάθε τόσο
για να δοθεί η υπηκοότητα
νεκρού
στον κεκοιμημένον δούλον σου.
Ύψιστε, τι εννοείς
άλλο νεκρός και άλλο
δούλος.
Κι από πότε επιτρέπεται
να κοιμούνται έτσι βαθιά
ατιμώρητοι οι δούλοι.
Τον κεκοιμημένον δούλον
σου.
Θε μου, αν απελευθερώνει ο
θάνατος
όπως μας το υπόσχεται
παρήγορη
η γλυκυτάτη αβεβαιότης,
εσύ
γιατί τον θες ντε και καλά
δουλέμπορο;
Τον κεκοιμημένον.
Περί ύπνου πρόκειται,
Κύριε;
Μα του κολλάει ύπνος του
νεκρού
έτσι εύκολα νυστάζει η
απώλεια της ζωής;
Εδώ εμείς, δούλοι του
απάνω κόσμου ακόμα
κι όμως ποιος κλείνει μάτι
αν δεν τον νανουρίσει όπως
ξέρει
μόνο η γιαγιά του η
βεβαιότης
με τη γλυκιά της ρόδινη
αφύπνιση.
Κύριε, μήπως όταν
ενέκρινες
αυτούς τους ανελέητους
ανταγωνιστικούς ψαλμούς
ήσουν ακόμη άνθρωπος;
Κική Δημουλά, «Η γλυκυτάτη
αβεβαιότης», Χαίρε ποτέ, Αθήνα, εκδόσεις
Στιγμή, 1988.