Ο «Δον Ζουάν» του Byron, αν και ημιτελής, θεωρείται το αριστούργημά
του και ένα από τα δέκα σημαντικότερα έπη όλων των εποχών (τα άλλα είναι: Ιλιάδα και Οδύσσεια, έπος του Gilgamesh, Mahabharata,
Αινειάδα του Βιργιλίου, Μεταμορφώσεις του Οβιδίου, Beowulf, Θεία Κωμωδία του Δάντη, Paradise Lost του Milton).
Ο Byron ξεκίνησε τη σύνθεση του έπους το
1818 και μέχρι το θάνατό του (1824) είχε ολοκληρώσει 16 cantos με 1.959 στροφές (γύρω στους 16.000
ενδεκασύλλαβους ομοιοκατάληκτους στίχους). Το 17ο canto έμεινε ανολοκλήρωτο. Να εικάσουμε
ότι το έπος θα έφθανε τα 24 cantos, όσες και οι ραψωδίες των ομηρικών επών, αν ζούσε
περισσότερο ο ποιητής του; Το βέβαιο είναι ότι το τέλος αυτού του Δον δεν θα το
μάθουμε ποτέ.
Εκτός από το όνομα
Δον Ζουάν και τη γενέτειρα του ήρωα (Σεβίλλη), ο Byron δεν διατήρησε τίποτε από τον αρχικό
μύθο. Αντίθετα, δήλωσε ρητά ότι πρότυπό του ήταν το έπος “Il Morgante Maggiore” (βασισμένο
στο μύθο του ιππότη Orlando), έργο του Ιταλού “αιρετικού” ποιητή Luigi Pulci (1432-1484), παρακάμπτοντας έτσι
τον μοναχό Tirso de Molina και τους μιμητές του (μεταξύ των οποίων και ο Μολιέρος).
Ο βυρωνικός Δον
Ζουάν δεν είναι κατακτητής, αλλά κατακτημένος. Ευάλωτος, παράτολμος και
ανατρεπτικός – γι’ αυτό και σαγηνευτικός, ενσωματώνει πολλά στοιχεία
από την ψυχοσύνθεση του δημιουργού του.
Ο Byron βίωσε και ανάπλασε με εντελώς
προσωπικό τρόπο την πολυπλοκότητα του δονζουανικού μύθου, καυτηριάζοντας
παράλληλα τα ανθρώπινα ήθη, συγχρονικά και διαχρονικά. Φιλέλληνας ων, θέλησε να συμπεριλάβει στο έπος του την προεπαναστατική Ελλάδα, συμβάλλοντας
ποιητικά (και όχι μόνο) στον αγώνα για την αφύπνιση και απελευθέρωσή της.
Η νεοελληνική
σάτιρα πάντως, απέκτησε τον δικό της Δον Ζουάν χάρη στον Γεώργιο Σουρή, ο
οποίος μετέφερε τη δράση στη συγκαιρινή του Αθήνα:
Ο Δον Ζουάν!...
γνωρίζετε τον ήρωα εκείνον…
ο Μπάιρον τον άφησε
θαρρώ εις το Λονδίνον.
[…]
εσκέφθη τέλος να ελθή
και μέχρις Αθηνών,
ελπίζων ότι θα ευρεί
εκείνας τας κυρίας,
που τους θεούς κατέβαζαν
από τον ουρανόν
και οι θεοί εφαίνοντο
υπό μορφάς μυρίας,
με άλλους λόγους
σήκωναν τον κόσμο στο ποδάρι
ως κύκνοι, ταύροι,
άνθρωποι και κάποτε γαϊδάροι.
[…]
Θα ήταν μάλλον φαιδρό
να ερμηνεύσουμε τον ήρωα του Σουρή ως επίδοξο διακορευτή των Καρυάτιδων –
μολονότι η σημειολογία μιας τέτοιας αλληγορίας είναι εξόχως διασκεδαστική. Ο
δικός του Δον Ζουάν είναι ο καταλύτης που ξεγυμνώνει την πολιτικοκοινωνική
διαφθορά και υποκρισία:
[…] Ο Δον Ζουάν
ηδύνατο το παν να κατορθώνει,
τελώνας και
χρηματιστάς και κλέπτας ν’ αθωώνει […]
Κάτι περισσότερο θα
ήξερε ο κορυφαίος μας σατιρικός…
Ποιος ήταν τελικά ο
Δον Ζουάν; Κολασμένος απατεώνας; Αθεόφοβος επαναστάτης; Κακός δαίμονας ή
ανυπότακτος άγγελος; Ή μήπως το αρσενικό ισοδύναμο της Βρουγχίλδης – ωραίας κοιμωμένης
της γερμανικής μυθολογίας; Πρόκειται τάχα για μια σύγχρονη εκδοχή του μύθου του
Αμφιτρύονα – όπως υποστήριξε ο μαθητής του Freud, Otto Rank («Δον Ζουάν: Μια μελέτη για τη διπλή προσωπικότητα»); Υποκρύπτει ίσως
μια μορφή άλυτου οιδιπόδειου συμπλέγματος, η οποία χρήζει θεραπευτικής αγωγής; Ατελείωτος
ο κατάλογος των διαφορετικών προσεγγίσεων, από συγγραφείς, καλλιτέχνες,
στοχαστές, ψυχαναλυτές. Άδικο έχει, άραγε, ο George Steiner, όταν χαρακτηρίζει τον Δον Ζουάν ως
θεμέλιο μύθο της νεωτερικότητας; Ως τη μοναδική συμβολή του νεώτερου κόσμου στη
διερεύνηση που εγκαινίασαν οι αρχαίοι τραγικοί; Ο μετανεωτερικός άνθρωπος,
ωστόσο, αναζητεί ακόμη τον Δον Ζουάν του.