Αὐτὸς
ὁ ἄνθρωπος γύρισε σπίτι του ἐπιτέλους
ἄφησε τὴ μοναξιά του στὰ τραγούδια
ἄφησε τοὺς συντρόφους του σὲ μιὰ σχεδία
ἔκοψε τὰ γένια του χαμογελάει σὲ ὅλους.
γιατί τὸ κύμα ποὺ ’ρθε κι ἔφυγε παίρνοντας τόση ζωὴ
αὐτὸν τὸ γιὸ τὸν ἀκριβὸ τὸν ξέρασε πίσω στ’ ἀκρογιάλι.
ἐδῶ δίπλα στὴ θάλασσα τὸν σάπισε τὸ καλοκαίρι
κι ἡ ἄμμος ἤπιε τὴ φωνή του.
ἄφησε τὴ μοναξιά του στὰ τραγούδια
ἄφησε τοὺς συντρόφους του σὲ μιὰ σχεδία
ἔκοψε τὰ γένια του χαμογελάει σὲ ὅλους.
Αὐτὸς
ὁ ἄνθρωπος δὲν μπορεῖ πιὰ οὔτε νὰ κλάψει
γιατί
οἱ δικοί του εἶν’ εὐτυχεῖς ποὺ τὸν κερδίσαν πάλιγιατί τὸ κύμα ποὺ ’ρθε κι ἔφυγε παίρνοντας τόση ζωὴ
αὐτὸν τὸ γιὸ τὸν ἀκριβὸ τὸν ξέρασε πίσω στ’ ἀκρογιάλι.
Ἐδῶ
μεγάλωσε καὶ πέθανε σ’ αὐτὰ τὰ μέρη
κοντὰ
στὴ μάνα του καὶ τὸν πατέρα του ἔχασε τὴν ψυχή τουἐδῶ δίπλα στὴ θάλασσα τὸν σάπισε τὸ καλοκαίρι
κι ἡ ἄμμος ἤπιε τὴ φωνή του.
Γεράσιμος
Λυκιαρδόπουλος, Ακτή (1969).
Πρώτη δημοσίευση: περιοδικό Προτάσεις, 1972.