[...]
Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.

Κ. Γ. Καρυωτάκης, [Είμαστε κάτι...], Ελεγεία: δεύτερη σειρά, 1927.

Κυριακή 25 Δεκεμβρίου 2016

Ύπνος ανόνειρος



Ω ναι, ξέρω καλά πως δεν χρειάζεται καράβι για να ναυαγήσεις,
πως δεν χρειάζεται ωκεανός για να πνιγείς.
Υπάρχουνε πολλοί που ναυαγήσαν μέσα στο κοστούμι τους,
μες στη βαθιά τους πολυθρόνα,
πολλοί που για πάντα τούς σκέπασε
το πουπουλένιο πάπλωμά τους.
Πλήθος αμέτρητο πνίγηκαν μέσα στη σούπα τους,
σ’ ένα κουπάκι του καφέ,
σ’ ένα κουτάλι του γλυκού
Ας είναι γλυκός ο ύπνος τους εκεί βαθιά που κοιμούνται,
ας είναι γλυκός κι ανόνειρος.
Κι ας είναι ελαφρύ το νοικοκυριό που τους σκεπάζει.


Αργύρης Χιόνης, ποίημα ΙΑ’, Σαν τον τυφλό μπροστά στον καθρέφτη,
Αθήνα, εκδόσεις Υάκινθος, 1986.