[...]
Στο σώμα, στην ενθύμηση πονούμε.
Μας διώχνουνε τα πράγματα, κι η ποίησις
είναι το καταφύγιο που φθονούμε.

Κ. Γ. Καρυωτάκης, [Είμαστε κάτι...], Ελεγεία: δεύτερη σειρά, 1927.

Παρασκευή 13 Σεπτεμβρίου 2019

Η ζωή του μετά θάνατον


Νάνος Βαλαωρίτης (1921-2019), φωτ. Γ Φαλκώνης.

Θα συνεχίσω άραγες να γράφω και μετά θάνατον;
   Έχω γράψει σε ώρα τροπικής θύελλας τις παραμονές του τέλους κι όταν το πλοίο βυθιζόταν τραγούδησα στο κατάστρωμα κι όταν γκρεμίζονταν οι πυλώνες του ναού, έκρουσα τις φωνητικές μου χορδές με την τελευταία μου πνοή… Έγραψα σε ώρες συσκότισης λόγω διακοπής ρεύματος, σε ώρα ψυχικού κλονισμού, παγιδευμένος κάτω από χαλάσματα χωρίς αέρα και αντικρίζοντας εκτελεστικά αποσπάσματα δικτατοριών. Έγραψα ακούγοντας εκκωφαντικές συναυλίες σκληρού ροκ και στο κρεβάτι μου όταν κοιμόμουνα: τώρα χρειάζομαι μόνο χαρτί και καλαμάρι και θα συνεχίσω να γράφω στον αιώνα τον άπαντα.
   Μα πού θα βρω χαρτί και καλαμάρι στον τάφο;
   Χμ, δεν το ‘χα σκεφτεί αυτό. Θα πρέπει να τα παραγγείλω εγκαίρως από πριν. Και σε μεγάλες ποσότητες. Μα τι θα κάνω αν σαπίσει;
   Τότε θα πρέπει να γράψω με πνευματική πένα, σε πνευματικό χαρτί. Ή ακόμα καλύτερα θα υπαγορέψω σε κάποιο συγγραφέα που ζει στοιχειώνοντάς τον αφού πεθάνω. Έτσι άλλωστε ο τυφλός Μίλτωνας δεν υπαγόρευε στην κόρη του κάθε μέρα τη συνέχεια του Απολεσθέντος Παραδείσου, όπως την είχε σκεφτεί την προηγούμενη νύχτα [;…]

Νάνος Βαλαωρίτης, Η ζωή μου μετά θάνατον εγγυημένη (απόσπασμα, σσ. 132-133), Αθήνα, εκδόσεις Νεφέλη, 1993.