Γεώργιος Σουρής (1852-1919) |
με την ευκαιρία των εορταστικών διακοπών της Βουλής)
ΩΡΑ ΚΑΛΗ ΣΤΟΥΣ ΒΟΥΛΕΥΤΑΣ
ΟΠΟΥ ΜΑΣ ΦΕΥΓΟΥΝ ΚΑΤ’ ΑΥΤΑΣ
Τώρα που ξεκουμπίζεσθε, αγαπητοί πατέρες,
και πάτε στις πατρίδες σας να φάτε και να πιείτε,μέσα σε τούτες της χαράς και του γλεντιού τις μέρες
και τους καλούς σας εκλογείς για λίγο θυμηθείτε,
που στέκουν θεονήστικοι με ανοικτό το στόμα
και νέο μάννα καρτερούν απ’ τ’ ουρανού το δώμα.
Ώρα καλή στην πρύμνη σας κι αέρα στα πανιά σας,
φάτε και πιείτε ξένοιαστοι στα πέντε Βιλαέτια,φιλήστε τις γυναίκες σας με όλη την καρδιά σας
και ξεροκοκκαλίσετε τα τόσα σας ρουσφέτια.
Ανέφελη τριγύρω σας χαρά να βασιλεύει
και το καλό σας ριζικό για πάντα να δουλεύει.
Και πάλι νομοσχέδια εκάματε καινούργια,
και πάλι μας φουσκώσατε με τόση ρητορεία,και πάλι μας φορτώσατε με φόρους σα γαϊδούρια,
και πάλι μας αφήνετε μες στου λουτρού τα κρύα.
Ώρα καλή στην πρύμνη σας κι αέρα στα πανιά σας,
χαρά σ’ εμάς τους εκλογείς, χαρά στην αφεντιά σας.
Από της Κυβερνήσεως εφεύγατε το κόμμα
και βιαστικοί σιμώνατε κοντά στο Δεληγιάννη,αλλ’ όταν ένα κόκκαλο σας έριχναν στο στόμα,
γυρίζατε στον κύριο Τρικούπη μάνι-μάνι.
Και σούρτα-φέρτα απ’ εδώ κι εκείθε όλη μέρα,
και μ’ ένα γέλιο μοναχά αλλάζατε παντιέρα.
Και λέγαμε πως άφευκτα το Υπουργείο πέφτει,
πως άρχιζε του Θοδωρή το άστρον ανατέλλον,κι ο κύριος Θεόδωρος εμπρός εις τον καθρέφτη
συχνάκις εκαμάρωνε ως Κυβερνήτης μέλλων.
Κι όπως ο λύκος χαίρεται μες στην ανεμοζάλη
εβλέπατε τη σύγχυση με μια κρυφή χαρά,και τότε μόνο σκύβατε ως κάτω το κεφάλι,
οπόταν σας εστράβωνε η λάμψη του παρά.
Πωλούσατε την ψήφο σας αντί του αργυρίου
σαν πρόστυχοι ντελάληδες του Αναβρυτηρίου.
Εν μέσω της εξαφνικής του έθνους καταιγίδος
ετρέχατε να βγάλετε τα τόσα έξοδά σας,και θέλατε με χρήματα μονάχα της πατρίδος
να πάρετε τις πίτες σας και τα χριστόψωμά σας.
Και ήρθε για την τύχη σας μες στις γιορτές η μπόρα
και βγάλατε τα έξοδα και όλα σας τα δώρα.
Ώρα καλή στην πρύμνη σας κι αέρα στα πανιά σας,
κι εκείνος που γεννήθηκε μέσα σ’ αλόγων σταύλοείθε να είναι πάντοτε και νυν βοήθειά σας,
και να σας βγάλει δωρεάν του ταξιδιού το ναύλο.
Με το καλό ευχόμεθα στα σπίτια σας να πάτε
και πάλι να γυρίσετε τα ρέστα ν’ αποφάτε.