καὶ στῆς νυχτὸς τὴν ἀγκαλιά, μὲ τὰ χρυσά σου φῶτα!
Νά `μουν στὴν πλώρη σου ἤθελα, γιὰ νὰ κοιτάζω γύρου
σὲ λιτανεία νὰ περνοῦν τὰ ὀνείρατα τὰ πρῶτα.
Ἡ τρικυμία στὸ
πέλαγος καὶ στὴ ζωὴ νὰ παύει,
μακριὰ μαζί σου
φεύγοντας πέτρα νὰ ρίχνω πίσω,νὰ μοῦ λικνίζεις τὴν αἰώνια θλίψη μου, καράβι,
δίχως νὰ ξέρω ποῦ μὲ πᾶς καὶ δίχως νὰ γυρίσω!
Κ. Γ. Καρυωτάκης, «Τελευταίο ταξίδι», Ελεγεία: πρώτη σειρά, 1927.