Η Πολυδούρη (1902-1930) γύρω στο 1920 (φωτογραφία από το αρχείο του Ε.Λ.Ι.Α.) |
στα περασμένα χρόνια.
Και σε ήλιο, σε καλοκαιριού προμάντεμα
και σε βροχή, σε χιόνια,
δεν τραγουδώ παρά γιατί μ’ αγάπησες.
Μόνο γιατί με κράτησες στα
χέρια σου
μια νύχτα και με φίλησες
στο στόμα,μόνο γι’ αυτό είμαι ωραία σαν κρίνο ολάνοιχτο
κ’ έχω ένα ρίγος στην ψυχή μου ακόμα,
μόνο γιατί με κράτησες στα χέρια σου.
Μόνο γιατί τα μάτια σου με
κύτταξαν
με την ψυχή στο βλέμμα,περήφανα στολίστηκα το υπέρτατο
της ύπαρξής μου στέμμα,
μόνο γιατί τα μάτια σου με κύτταξαν.
Μόνο γιατί όπως πέρναα με
καμάρωσες
και στη ματιά σου να
περνάηείδα τη λυγερή σκιά μου, ως όνειρο
να παίζη, να πονάη,
μόνο γιατί όπως πέρναα με καμάρωσες.
Γιατί δισταχτικά σα να με
φώναξες
και μου άπλωσες τα χέριακ’ είχες μέσα στα μάτια σου το θάμπωμα
- μια αγάπη πλέρια,
γιατί δισταχτικά σα να με φώναξες.
Γιατί, μόνο γιατί σε σέναν
άρεσε
γι’ αυτό έμεινεν ωραίο το
πέρασμά μου.Σα να μ’ ακολουθούσες όπου πήγαινα,
σα να περνούσες κάπου εκεί σιμά μου.
Γιατί, μόνο γιατί σε σέναν άρεσε.
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες
γεννήθηκα,
γι’ αυτό η ζωή μου εδόθη.Στην άχαρη ζωή την ανεκπλήρωτη
μένα η ζωή πληρώθη.
Μόνο γιατί μ’ αγάπησες γεννήθηκα.
Μονάχα για τη διαλεχτήν
αγάπη σου
μου χάρισε η αυγή ρόδα στα
χέρια.Για να φωτίσω μια στιγμή το δρόμο σου
μου γέμισε τα μάτια η νύχτα αστέρια,
μονάχα για τη διαλεχτήν αγάπη σου.
Μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’
αγάπησες
έζησα, να πληθαίνωτα ονείρατά σου, ωραίε που βασίλεψες
κ’ έτσι γλυκά πεθαίνω
μονάχα γιατί τόσο ωραία μ’ αγάπησες.
Μαρία Πολυδούρη, «Γιατί μ’ αγάπησες», Οι
τρίλλιες που σβήνουν, 1928.